Laki στα ελληνικά

Μετάφραση: laki, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάβω, φωτερός, ξανθός, φωτίζω, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Laki στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lakat στα ελληνικά - μανιβέλα, αγκώνας, αγκώνα, τον αγκώνα, του αγκώνα, αγκώνων
  • lakej στα ελληνικά - υπηρέτης, λακές, υπηρέτη, υπηρέτες, υπηρέτες του
  • lakirani στα ελληνικά - λακαρισμένο, λάκα, λουστραρισμένα, βερνικωμένα, λακαρισμένη
  • lakirati στα ελληνικά - βερνικώνω, βερνίκι, λάκα, βερνικιού, λάκας, λάκκα
Τυχαίες λέξεις
Laki στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάβω, φωτερός, ξανθός, φωτίζω, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση