Λέξη: πόρθηση

Μεταφράσεις: πόρθηση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
conquest, porthisi
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
conquista, porthisi
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eroberung, verführung, porthisi
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
triomphe, prise, acquisition, conquête, victoire, séduction, porthisi
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
покорение, победа, тот, завоевание, porthisi
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vítězství, dobytí, výboj, výdobytek, porthisi
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zdobycie, podbój, pokonanie, zwycięstwo, porthisi
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hódítás, meghódítás, porthisi
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ayartma, porthisi
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скорення, підкорення, отой, завоювання, той, porthisi
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
завоевание, porthisi
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
alistamine, vallutus, porthisi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
osvajanja, pobjeda, osvajanje, porthisi
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
porthisi
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dobytie, dobytí, porthisi
Τυχαίες λέξεις