Lom στα ελληνικά
Μετάφραση: lom, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρεκτροπή, θλάση, σπάσιμο, διάθλαση, κάταγμα, παρέκκλιση, διχοτομία, θραύση, θραύσης, ρήξη, θραύσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lokarda στα ελληνικά - σκουμπρί, σκουμπριού, το σκουμπρί, σκουμπριά, σκουμπριών
- lokva στα ελληνικά - λούτσα, λιμνούλα, πισίνα, πισίνας, pool, στην πισίνα, της πισίνας
- loman στα ελληνικά - εύθραυστος, εύθραυστα, θραύσιμο, θραύσιμη, θραυόμενη
- lomača στα ελληνικά - πυραμίδα, φωτιά για γιορτή, φωτιά, πυρά, φωτιά στην, φωτιών
Τυχαίες λέξεις
Lom στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρεκτροπή, θλάση, σπάσιμο, διάθλαση, κάταγμα, παρέκκλιση, διχοτομία, θραύση, θραύσης, ρήξη, θραύσεως
Μεταφράσεις: παρεκτροπή, θλάση, σπάσιμο, διάθλαση, κάταγμα, παρέκκλιση, διχοτομία, θραύση, θραύσης, ρήξη, θραύσεως