Marljivo στα ελληνικά
Μετάφραση: marljivo, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δύσκολος, σκληρός, industriously
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- markiz στα ελληνικά - μαρκήσιος, Marquis, μαρκήσιο, γρίλλιων, μαρκησίου
- marljiv στα ελληνικά - έντονος, εργατικός, προς, επίπονος, ενδελεχής, απασχολημένος, κοπιαστικός, ...
- marljivost στα ελληνικά - επιμέλεια, βιομηχανία, προσήλωση, επιμέλειας, επιμέλειας ως, υποχρέωσης επιμέλειας, επιμελείας
- marmelada στα ελληνικά - συνωστισμός, μαρμελάδα, μαρμελάδες, μαρμελάδας, μαρμελάδα εσπεριδοειδών, εσπεριδοειδών
Τυχαίες λέξεις
Marljivo στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δύσκολος, σκληρός, industriously
Μεταφράσεις: δύσκολος, σκληρός, industriously