Osumnjičiti στα ελληνικά
Μετάφραση: osumnjičiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- osujetiti στα ελληνικά - εναντιώνομαι, αντιτίθεμαι, ματαιώσει, ανατρέψει, εμποδίσουν, εμποδίσει, ανατρέψουν
- osumnjičenik στα ελληνικά - υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων
- osuvremeniti στα ελληνικά - εκσυγχρονισμό, τον εκσυγχρονισμό, εκσυγχρονίσει, εκσυγχρονισμό των, εκσυγχρονίσουν
- osuđen στα ελληνικά - καταδικασμένος, καταδικάστηκε, καταδικάστηκαν, καταδικαστεί, καταδίκασε, καταδικασθεί
Τυχαίες λέξεις
Osumnjičiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων
Μεταφράσεις: υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων