Peći στα ελληνικά

Μετάφραση: peći, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καβουρδίζω, ψήνω, τηγανίζω, τσιτσιρίζω, μαρίδα, τσιγαρίζω, καβουρντίζω, Ψήστε, bake, ψήνουμε, ψήνουν
Peći στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bik στα ελληνικά - βούλα, ταύρος, κάρτα στον, την κάρτα στον, ταύρο, ταύρου
  • bura στα ελληνικά - τρικυμία, Μπόρα, Bora, βορα, βόρα-, βόρα
  • nimfa στα ελληνικά - νύμφη, νύμφης, της νύμφης, νύμφες, τη νύμφη
  • očevid στα ελληνικά - έρευνα, έρευνας, διερεύνηση, της έρευνας, διερεύνησης
Τυχαίες λέξεις
Peći στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καβουρδίζω, ψήνω, τηγανίζω, τσιτσιρίζω, μαρίδα, τσιγαρίζω, καβουρντίζω, Ψήστε, bake, ψήνουμε, ψήνουν