Posebno στα ελληνικά
Μετάφραση: posebno, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειδικά, ιδίως, συγκεκριμένα, ιδιαίτερα, κυρίως, ειδικότερα
Μεταφράσεις
- arhaizmi στα ελληνικά - απαρχαιωμένος, αρχαίος, αρχαϊσμοί, αρχαϊσμό, αρχαϊσμούς, αρχαϊσμών, τον αρχαϊσμό
- grebanje στα ελληνικά - γρατσουνίζω, ξύνω, γρατσουνιά, αμυχή, Scratch, μηδέν, το μηδέν, ...
- ludnica στα ελληνικά - φρενοκομείο, τρελάδικο, τρελοκομείο, φρενοκομείου, madhouse
- organizirati στα ελληνικά - οργανώσει, οργανώνουν, οργανώνει, οργανώσουν, διοργανώνουν
Τυχαίες λέξεις
Posebno στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειδικά, ιδίως, συγκεκριμένα, ιδιαίτερα, κυρίως, ειδικότερα
Μεταφράσεις: ειδικά, ιδίως, συγκεκριμένα, ιδιαίτερα, κυρίως, ειδικότερα