Posvećen στα ελληνικά
Μετάφραση: posvećen, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνευματικός, αφιερωμένη, αφιερωμένο, ειδική, ειδικό, αφοσιωμένο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brijeg στα ελληνικά - λόφος, λόφο, λόφου, ύψωμα, Χιλ
- glađenje στα ελληνικά - εξομάλυνση, εξομάλυνσης, λείανση, εξομαλύνσεως, λείανσης
- gotovanski στα ελληνικά - παρασιτικός, παρασιτικών, παρασιτικές, παρασιτική, παρασιτικά
- napuhati στα ελληνικά - εξογκώνω, φουσκώνω, φουσκώνουν, διογκώσει, φουσκώνει, διογκώνουν, φουσκώσει
Τυχαίες λέξεις
Posvećen στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνευματικός, αφιερωμένη, αφιερωμένο, ειδική, ειδικό, αφοσιωμένο
Μεταφράσεις: πνευματικός, αφιερωμένη, αφιερωμένο, ειδική, ειδικό, αφοσιωμένο