Priječiti στα ελληνικά
Μετάφραση: priječiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακωλύω, δυσχεραίνω, εμποδίζουν, παρεμποδίζουν, εμποδίζουν την, παρεμποδίσουν, παρακωλύουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- izniman στα ελληνικά - εξαιρετικός, εξαιρετικές, εξαιρετική, εξαιρετικών, έκτακτες
- muče στα ελληνικά - βασανισμός, βασανίζω, βασανιστήριο, μαρτύριο, βασανιστηρίων, βασανιστήρια, τα βασανιστήρια
- napasti στα ελληνικά - προσπάθεια, προπηλακίζω, γδέρνομαι, προσβάλλω, λοιδορώ, επίθεση, βιαιοπραγία, ...
- nedjeljni στα ελληνικά - εβδομαδιαίος, εβδομαδιαία, εβδομαδιαίες, εβδομαδιαίας, εβδομαδιαίο
Τυχαίες λέξεις
Priječiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακωλύω, δυσχεραίνω, εμποδίζουν, παρεμποδίζουν, εμποδίζουν την, παρεμποδίσουν, παρακωλύουν
Μεταφράσεις: παρακωλύω, δυσχεραίνω, εμποδίζουν, παρεμποδίζουν, εμποδίζουν την, παρεμποδίσουν, παρακωλύουν