Λέξη: ύπαρξη

Σχετικές λέξεις: ύπαρξη

ύπαρξη γοργόνων, ύπαρξη εξωγήινων, ύπαρξη του θεού, ύπαρξη δράκων, ύπαρξη καινοτομίας σε επίπεδο εθνικής οικονομίας, ύπαρξη συνώνυμο, ύπαρξη συνώνυμα, ύπαρξη ασύμπτωτων ευθειών, ύπαρξη θεού, ύπαρξη αντώνυμο

Συνώνυμα: ύπαρξη

οντότητα, ουσία, περιστατικό, συμβάν, υπόσταση, συντήρηση

Μεταφράσεις: ύπαρξη

ύπαρξη στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
existence, being, occurrence, existence of, there

ύπαρξη στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
existencia, la existencia, vida

ύπαρξη στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kosmos, leben, existenz, sein, dasein, vorhandensein, weltall, universum, Existenz, Bestehen, Vorhandensein, Dasein, Sein

ύπαρξη στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vie, univers, existence, être, essence, cosmos, jour, l'existence, existe

ύπαρξη στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
esistenza, dell'esistenza, all'esistenza, l'esistenza

ύπαρξη στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
universo, estar, existir, existência, natureza, a existência, vida

ύπαρξη στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aanzijn, schepping, universum, bestaan, heelal, kosmos, het bestaan, aanwezigheid, bestaat, sprake

ύπαρξη στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
наличие, все, жизнь, бытие, вселенная, существо, житьё, житие, существование, существования, существовании

ύπαρξη στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
eksistens, eksistensen, tilværelsen, tilværelse, finnes

ύπαρξη στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
existens, tillvaro, förekomsten, existensen, före, föreligger

ύπαρξη στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
olo, eliö, oleminen, elämä, olevainen, olemassaolo, olemassaolon, olemassaolosta, olemassa, olemassaoloa

ύπαρξη στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
eksistens, eksistensen, foreligger, findes, der foreligger

ύπαρξη στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
jsoucnost, bytí, život, jsoucno, existence, existenci

ύπαρξη στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
istnienie, byt, życie, egzystencja, istnienia, istnieniu

ύπαρξη στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
létezés, lét, fennállás, létezését, meglétét, létezése

ύπαρξη στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
varlık, hayat, evren, mevcudiyet, varoluş, varlığı, varlığını

ύπαρξη στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
істоту, ниття, існування, наявність, життя

ύπαρξη στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ekzistencë, ekzistenca, ekzistimi, ekzistencën, ekzistenca e

ύπαρξη στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съществование, вселена, съществуване, съществуването, наличие, наличието, съществуването на

ύπαρξη στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
існаванне, існаваньне

ύπαρξη στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
olemasolu, eksistents, olemasolust, olemas, olemasolule

ύπαρξη στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
postojanje, postojanja, egzistencija, postojanjem, postojanju, je postojanje

ύπαρξη στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tilvist, hendi, tilveru, fyrir hendi, tilvera

ύπαρξη στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
visata, egzistavimas, buvimas, buvimą, egzistavimą, egzistuoja

ύπαρξη στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
eksistence, kosmoss, pastāvēšana, visums, esamība, pastāv, esamību

ύπαρξη στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
постоењето, постоење, егзистенција, постои

ύπαρξη στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
existenţă, univers, existență, existența, existenței, existenta, existentei

ύπαρξη στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
obstoj, obstoja, obstoju, obstajajo, obstojem

ύπαρξη στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bytí, existencie, existencia, existenciu, existencii, o existencii

Στατιστικά δημοτικότητας: ύπαρξη

Τυχαίες λέξεις