Homo στα ελληνικά

Μετάφραση: homo, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνθρωπος, επανδρώνω, άνδρας
Homo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hoc στα ελληνικά - αυτή, αυτός, αυτό
  • honor στα ελληνικά - τιμώ, υπόληψη, εκτίμηση
  • hora στα ελληνικά - καιρός, φορά, χρόνος, ώρα
Τυχαίες λέξεις
Homo στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνθρωπος, επανδρώνω, άνδρας