Inflatio στα ελληνικά
Μετάφραση: inflatio, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φούσκωμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- infirmus στα ελληνικά - ασθενικός, ανίσχυρος, αδύναμος
- informatio στα ελληνικά - αντίληψη, ιδέα, έννοια
- ingeniosus στα ελληνικά - ικανός, προικισμένος, ταλαντούχος
Τυχαίες λέξεις
Inflatio στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φούσκωμα
Μεταφράσεις: φούσκωμα