Volo στα ελληνικά

Μετάφραση: volo, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έλλειψη, διαθήκη, προαίρεση, θέλω, ανάγκη, θέληση
Volo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • voco στα ελληνικά - καλώ
  • volucris στα ελληνικά - κόμματος, πουλί
  • voluntarius στα ελληνικά - πρόθυμος, εθελοντικός
Τυχαίες λέξεις
Volo στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έλλειψη, διαθήκη, προαίρεση, θέλω, ανάγκη, θέληση