Darbīgs στα ελληνικά
Μετάφραση: darbīgs, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακμαίος, ενεργός, δραστήριος, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών
Μεταφράσεις
- darbs στα ελληνικά - επάγγελμα, μόχθος, υπηρεσία, εργάζομαι, κατοχή, κοπιάζω, ρυτίδα, ...
- darbība στα ελληνικά - δράση, διάβημα, αγωγή, επενέργεια, πράξη, δραστηριότητα, δραστηριότητας, ...
- darva στα ελληνικά - κατράμι, ναύτης, πίσσα, κλυδωνίζομαι, γηπέδου, αγωνιστικό χώρο, βήμα, ...
- dati στα ελληνικά - πληροφορίες, δεδομένα, στοιχεία, δεδομένων, στοιχείων, των δεδομένων
Τυχαίες λέξεις
Darbīgs στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακμαίος, ενεργός, δραστήριος, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών
Μεταφράσεις: ακμαίος, ενεργός, δραστήριος, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών