Meitene στα ελληνικά
Μετάφραση: meitene, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αστοχώ, κορίτσι, χάνω, δεσποινίς, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, κορίτσι που
Μεταφράσεις
- meistarsacīkstes στα ελληνικά - τίτλος, πρωτάθλημα, πρωταθλήματος, Championship, Τσάμπιονσιπ, του πρωταθλήματος
- meita στα ελληνικά - κόρη, κορίτσι, την κόρη, κόρης, η κόρη, της κόρης
- meitēns στα ελληνικά - κούκλα
- meiča στα ελληνικά - χάνω, κορίτσι, δεσποινίς, αστοχώ, Lass
Τυχαίες λέξεις
Meitene στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αστοχώ, κορίτσι, χάνω, δεσποινίς, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, κορίτσι που
Μεταφράσεις: αστοχώ, κορίτσι, χάνω, δεσποινίς, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, κορίτσι που