Λέξη: γιαούρτι

Σχετικές λέξεις: γιαούρτι

γιαούρτι φαγε, γιαούρτι θερμίδες, γιαούρτι 2 θερμίδες, γιαούρτι με προβιοτικά, γιαούρτι με μέλι, γιαούρτι με ζελέ, γιαούρτι παγωτό, γιαούρτι χωρίς λακτόζη, γιαούρτι με φράουλες, γιαούρτι σακούλας, γιαούρτι συνταγές, συνταγές με γιαούρτι

Συνώνυμα: γιαούρτι

γιαούρτι, σβόλος, πηκτό γάλα

Μεταφράσεις: γιαούρτι

αγγλικά
yoghurt


ισπανικά
yogur

γερμανικά
joghurt

γαλλικά
yogourt, yaourt

ιταλικά
yogurt

πορτογαλικά
iogurte, yogurt, de iogurte, iogurtes, o iogurte

ολλανδικά
yoghurt

ρωσικά
йогурт

νορβηγικά
yoghurt, yogurt

σουηδικά
yoghurt

φινλανδικά
jogurtti

δανικά
jogurt

τσεχικά
jogurt

πολωνικά
jogurt

ουγγρικά
joghurt, joghurtot, yogurt, a joghurt, joghurtos

τούρκικα
yoğurt, yogurt

ουκρανικά
йогурт

αλβανικά
kos, kosi, jogurt, kos të, kosit

βουλγαρικά
кисело мляко, кисело, киселото мляко, за кисело, мляко

λευκορωσικά
ёгурт, йогурт

εσθονικά
jogurt

κροατικά
jogurt

ισλανδικά
jógúrt

λιθουανικά
jogurtas

λετονικά
jogurts, jogurta, jogurtu

σλαβομακεδονικά
јогурт, кисело млеко, јогуртот, млеко, јогурт и

ρουμανικά
iaurt

σλοβενικά
jogurt

σλοβακικά
jogurt

Στατιστικά δημοτικότητας: γιαούρτι

Τυχαίες λέξεις