Муха στα ελληνικά
Μετάφραση: муха, Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λευκορωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πετώ, μύγα, πετούν, πετάξει, εισητήριο, εισητήριο για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- муж στα ελληνικά - τύπος, συνάδελφος, άντρας, άνδρας, επανδρώνω, σύζυγος, άνθρωπος, ...
- мука στα ελληνικά - αλεύρι, γεύμα, αλεύρων, άλευρα, αλεύρου, άλευρο
- мыла στα ελληνικά - σαπούνι, πλάκα σαπούνι, σαπωνόπλακα, πλάκα σαπουνιού, πλάκας σαπουνιού, σαπωνόπλακας
- мытнiца στα ελληνικά - τελωνείο, έθιμο, έθιμα, mytnitsa
Τυχαίες λέξεις
Муха στα ελληνικά - Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πετώ, μύγα, πετούν, πετάξει, εισητήριο, εισητήριο για
Μεταφράσεις: πετώ, μύγα, πετούν, πετάξει, εισητήριο, εισητήριο για