Сьлiмак στα ελληνικά

Μετάφραση: сьлiмак, Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λευκορωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαλιγκάρι, Slimak
Сьлiмак στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • сьвякрова στα ελληνικά - πεθερά, την πεθερά
  • сьвёкар στα ελληνικά - μητριά, πεθερός
  • сьляпы στα ελληνικά - θαμπώνω, τυφλός, τυφλή, blind, τυφλών, τυφλούς
  • сьнег στα ελληνικά - χιονίζω, χιόνι, χιονιού, το χιόνι, χιόνια, του χιονιού
Τυχαίες λέξεις
Сьлiмак στα ελληνικά - Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαλιγκάρι, Slimak