Pirkti στα ελληνικά

Μετάφραση: pirkti, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγορά, αγοράζω, αγοράς, την αγορά, αγορές, αγορών
Pirkti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pirkinys στα ελληνικά - αγοράζω, αγορά, αγοράς, την αγορά, αγορές, αγορών
  • pirklys στα ελληνικά - έμπορος, εμπόρου, έμπορο, εμπορικών, εμπορικό
  • pirkėjas στα ελληνικά - μουστερής, αγοραστής, πελάτης, αγοραστή, του αγοραστή, αγοραστική, αγοραστών
  • pirma στα ελληνικά - πρώτος, πρώτα, πρώτη, πρώτο, πρώτου
Τυχαίες λέξεις
Pirkti στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγορά, αγοράζω, αγοράς, την αγορά, αγορές, αγορών