Prašyti στα ελληνικά

Μετάφραση: prašyti, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράκληση, παρακαλώ, ζητώ, ρωτήσω, ζητήσει από, να ζητήσει
Prašyti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pratarmė στα ελληνικά - προλογίζω, προοίμιο, πρόλογος, πρόλογο, προλόγου, πρόλογό, προλογίζει
  • prašymas στα ελληνικά - ζητώ, παράκληση, παρακαλώ, εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, ...
  • prekiauti στα ελληνικά - εμπορεύματα, εμπόριο, επάγγελμα, εκποιώ, επιτήδευμα, πουλώ, πραμάτεια, ...
  • prekiautojas στα ελληνικά - έμπορος, αντιπρόσωπο, έμπορο, αντιπρόσωπο της, ντίλερ
Τυχαίες λέξεις
Prašyti στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράκληση, παρακαλώ, ζητώ, ρωτήσω, ζητήσει από, να ζητήσει