Ås στα ελληνικά
Μετάφραση: ås, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λόφος, λόφο, λόφου, ύψωμα, Χιλ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- årtusen στα ελληνικά - χιλιετηρίδα, χιλιετίας, χιλιετία, Millennium, της Χιλιετίας
- årvåken στα ελληνικά - άγρυπνος, επαγρύπνηση, εγρήγορση, επαγρυπνούμε, σε εγρήγορση, επαγρυπνεί
- åte στα ελληνικά - δελεάζω, κράχτης, δόλωμα, δολώματος, δολώματα, δολωμάτων, το δόλωμα
- åtsel στα ελληνικά - ψοφίμι, carrion, κουρούνα, ψοφίμια, το carrion
Τυχαίες λέξεις
Ås στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λόφος, λόφο, λόφου, ύψωμα, Χιλ
Μεταφράσεις: λόφος, λόφο, λόφου, ύψωμα, Χιλ