Bred στα ελληνικά

Μετάφραση: bred, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαρδύς, ευρύς, πλατύς, ευρεία, ευρύ, ευρείας, γενικές
Bred στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bratsj στα ελληνικά - βιόλα, Viola, βιόλας, του Viola
  • bratt στα ελληνικά - απόκρημνος, ευθύς, ντόμπρος, απότομος, μπλόφα, απότομη, απότομες, ...
  • bredd στα ελληνικά - τράπεζα, περιθώριο, όχθη, ανάχωμα, τράπεζας, τραπεζικών, τραπεζικό, ...
  • bredde στα ελληνικά - φάρδος, πλάτος, πλάτους, το πλάτος, εύρος, εύρους
Τυχαίες λέξεις
Bred στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαρδύς, ευρύς, πλατύς, ευρεία, ευρύ, ευρείας, γενικές