Daglig στα ελληνικά

Μετάφραση: daglig, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
Daglig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dagdrøm στα ελληνικά - ονειροπόληση, Reverie, Το Reverie, ρέμβη, ονειροπόλημα
  • daggry στα ελληνικά - αυγή, την αυγή, αυγής, ξημερώματα, ξημέρωμα
  • dagligstue στα ελληνικά - σαλόνι, αίθουσα, σάλα, Parlor, ινστιτούτο
  • dal στα ελληνικά - κοιλάδα, Dal, Νταλ
Τυχαίες λέξεις
Daglig στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες