Etterretning στα ελληνικά

Μετάφραση: etterretning, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νέα, ειδήσεις, νοημοσύνη, πληροφοριών, νοημοσύνης, ευφυΐα, τη Νοημοσύνη
Etterretning στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • etternavn στα ελληνικά - επίθετο, επώνυμο, το επώνυμο, επώνυμό, επίθετό
  • etterpå στα ελληνικά - κατόπιν, μεταγενέστερα, έπειτα, μετά, στη συνέχεια, συνέχεια
  • etterse στα ελληνικά - Επίβλεψη, Εποπτεία, Η επίβλεψη, Επίβλεψη της, την επίβλεψη
  • etterskrift στα ελληνικά - υστερόγραφο, PostScript, βραδιά στο υστερόγραφο, στο υστερόγραφο
Τυχαίες λέξεις
Etterretning στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νέα, ειδήσεις, νοημοσύνη, πληροφοριών, νοημοσύνης, ευφυΐα, τη Νοημοσύνη