Forsiktig στα ελληνικά
Μετάφραση: forsiktig, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφεκτικός, επιφυλακτικός, προσεκτικός, επερχόμενο, προσεκτική, στον επερχόμενο, προσεκτικοί
Μεταφράσεις
- forsikre στα ελληνικά - διαβεβαιώνω, επικυρώνω, βεβαιώνω, διαβεβαιώσω, εξασφαλιστεί, εξασφαλίσει, εξασφάλιση
- forsikring στα ελληνικά - εγγύηση, ασφάλιση, διαβεβαίωση, σιγουριά, ασφάλεια, ασφάλισης, ασφαλιστικές, ...
- forsiktighet στα ελληνικά - φροντίζω, περίσκεψη, προειδοποιώ, επιφύλαξη, φροντίδα, προειδοποίηση, προφύλαξη, ...
- forsinke στα ελληνικά - καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Τυχαίες λέξεις
Forsiktig στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφεκτικός, επιφυλακτικός, προσεκτικός, επερχόμενο, προσεκτική, στον επερχόμενο, προσεκτικοί
Μεταφράσεις: εφεκτικός, επιφυλακτικός, προσεκτικός, επερχόμενο, προσεκτική, στον επερχόμενο, προσεκτικοί