Λέξη: βέσπα
Σχετικές λέξεις: βέσπα
μπομπονιέρα βέσπα, βάπτιση βέσπα, η βέσπα, βέσπα 200, ανταλλακτικά βέσπα, βέσπα piaggio, βέσπα 50cc, πωλείται βέσπα, βέσπα φωτογραφίες, βέσπα τιμές
Συνώνυμα: βέσπα
σκούτερ, πατίνι, δίτροχο καροτσάκι
Μεταφράσεις: βέσπα
βέσπα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
scooter, scootering, Vespa, Vespa rots away, Vespa rots
βέσπα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
scooter, moto, vespa, la vespa, scooter de
βέσπα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
roller, Roller, Motorroller, Scooter
βέσπα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
trottinette, scooter, patinette, scooters, un scooter
βέσπα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
monopattino, scooter, motorino, di scooter, dello scooter, lo scooter
βέσπα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
patinete, lambreta, trotinette, scooters, de scooter
βέσπα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
scooter, autoped, scootmobiel, step, scooters
βέσπα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мотороллер, скутер, мопед, самокат, мопедов, скутера, скутеров
βέσπα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
scooter, scooteren, sparkesykkel, scootere
βέσπα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skoter, sparkcykel, scooter, skotern, scootern
βέσπα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mopedi, potkulauta, mopo, mustalintu, skootteri, Skootterien, scooter, skootterin, skootterisi
βέσπα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
scooter, scooteren, løbehjul
βέσπα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
koloběžka, skútr, skútrů, vodních skútrů, scooter
βέσπα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
skuter, hulajnoga, scooter, skuter do, skuterów
βέσπα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
robogó, roller, scooter, robogót
βέσπα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mobilet, scooter, motosiklet, skuter
βέσπα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
моторолер, мопед, скутер, самокат
βέσπα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
skuter, scooter, motoçikletë e vogël, motoçikletë
βέσπα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скутер, скутери, мотопед, скутера
βέσπα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
скутэр, скутар, самакат
βέσπα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
motoroller, skuuter, tõukeratas, roller, scooter
βέσπα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jedrilica, romobil, skuter, scutera, skutera, iznajmljivanje scutera, iznajmljivanje skutera
βέσπα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Scooter, vespu, græjan
βέσπα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
motoroleris, motoroleriai, motorolerių, scooter, paspirtukas
βέσπα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
motorollers, motorollera, motorolleris, skuteri, scooter
βέσπα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
скутер, скутери
βέσπα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
trotinetă, scuter, scooter, scutere, scuterul, scuter de
βέσπα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
scooter, skuter, skuterja, skuterjev, scuterjev
βέσπα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
skúter