Lam στα ελληνικά

Μετάφραση: lam, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρνί, αρνιού, αμνού, αμνών, αρνάκι
Lam στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lakris στα ελληνικά - γλυκόριζα, Licorice, κάσιους, Γλυκόριζας
  • laks στα ελληνικά - σολομός, σολομού, σολομό, του σολομού, σολωμού
  • lamme στα ελληνικά - παραλύω, κουτσός, κουτσό, lame, λαμέ, χωλός
  • lammelse στα ελληνικά - παράλυση, παράλυσης, την παράλυση, παράλυση του, η παράλυση
Τυχαίες λέξεις
Lam στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρνί, αρνιού, αμνού, αμνών, αρνάκι