Mangelfull στα ελληνικά

Μετάφραση: mangelfull, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελλιπής, ελαττωματικός, ελλειπτικός, ελλειπής, ατελής, ανεπάρκεια, ανεπαρκή, με ανεπάρκεια
Mangelfull στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mange στα ελληνικά - πολλοί, πολλά, πολλές, πολλούς, πολλών
  • mangel στα ελληνικά - ανάγκη, θέλω, ψεγάδι, ελάττωμα, λάθος, φτιάξιμο, αποστατώ, ...
  • mangfoldig στα ελληνικά - πολλαπλός, ποικίλες, ποικιλόμορφη, ποικίλα, διαφορετικές, ποικίλο
  • mangle στα ελληνικά - έλλειψη, υστέρημα, λείπει, λείπουν, που λείπουν, που λείπει, ελλείποντα
Τυχαίες λέξεις
Mangelfull στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελλιπής, ελαττωματικός, ελλειπτικός, ελλειπής, ατελής, ανεπάρκεια, ανεπαρκή, με ανεπάρκεια