Rimelighet στα ελληνικά

Μετάφραση: rimelighet, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιτιολογία, λόγος, αιτία, λογικότητα, εύλογο, εύλογου, εύλογος, εύλογος χαρακτήρας
Rimelighet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rime στα ελληνικά - προσιτή, προσιτές, προσιτό, οικονομικά προσιτή, προσιτές τιμές
  • rimelig στα ελληνικά - ξανθός, εύσχημος, αληθοφανής, δίκαιος, πανηγύρι, λογικός, εύλογη, ...
  • rimfrost στα ελληνικά - πάχνη, παγετός, hoarfrost, την πάχνη
  • ring στα ελληνικά - δακτυλίδι, δαχτυλίδι, μάτι, στεφάνι, δακτύλιος, δακτυλίου, δακτύλιο, ...
Τυχαίες λέξεις
Rimelighet στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιτιολογία, λόγος, αιτία, λογικότητα, εύλογο, εύλογου, εύλογος, εύλογος χαρακτήρας