Språk στα ελληνικά

Μετάφραση: språk, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλώσσα, εγκάθετος, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες
Språk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • springe στα ελληνικά - πηδώ, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει
  • sprute στα ελληνικά - ξεπετάγομαι, ράντισμα, εκκλύζω, squirt, αναιδής, αδέξιος
  • språklig στα ελληνικά - γλωσσικός, γλωσσικά, γλωσσολογικά, γλωσσική, γλωσσική άποψη, γλωσσικής
  • sprø στα ελληνικά - τρελός, τρελό, τρελή, τρελά, τρελοί
Τυχαίες λέξεις
Språk στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλώσσα, εγκάθετος, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες