Tilfeldig στα ελληνικά

Μετάφραση: tilfeldig, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόχειρος, ευκαιρία, ξέγνοιαστος, ανεπίσημος, τύχη, πιθανότητα, συγκυρία, τυχαίος, τυχαία, τυχαίο, τυχαίας, τυχαίων
Tilfeldig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • tildele στα ελληνικά - κατανέμω, αναθέτω, κατανομή, διαθέσει, διαθέσουν, κατανέμει, κατανέμουν
  • tilegne στα ελληνικά - αποκτούν, να αποκτήσουν, αποκτήσουν, αποκτά, αποκτήσει
  • tilfelle στα ελληνικά - άθλημα, περιστατικό, βαλίτσα, γεγονός, παράδειγμα, υπόθεση, θήκη, ...
  • tilflukt στα ελληνικά - άσυλο, καταφύγιο, ασυλία, καταφυγίου, καταφύγει, καταφυγής, καταφύγια
Τυχαίες λέξεις
Tilfeldig στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόχειρος, ευκαιρία, ξέγνοιαστος, ανεπίσημος, τύχη, πιθανότητα, συγκυρία, τυχαίος, τυχαία, τυχαίο, τυχαίας, τυχαίων