Λέξη: μουτζουρώνω

Συνώνυμα: μουτζουρώνω

κηλιδώνω, αμαυρώνω, δυσφημώ

Μεταφράσεις: μουτζουρώνω

μουτζουρώνω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
smudge, smut

μουτζουρώνω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
borrón, mancha, tizón, tizne, obscenidades, carbón, smut

μουτζουρώνω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fleck, klecks, schmutzfleck, Schmutz, Schmutzfleck, Brand, smut

μουτζουρώνω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tacher, patrouiller, traînée, salir, tache, barbouiller, maculer, souillure, souiller, cochonneries, charbon, le charbon, smut, charbon de

μουτζουρώνω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
chiazza, macchia, insudiciare, oscenità, fuliggine, smut, sconcezza, granello di fuliggine

μουτζουρώνω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mancha, nódoa, mácula, obscenidade, fuligem, smut, carvão, sujeira

μουτζουρώνω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mop, klad, smet, vlek, moet, plek, klak, roetvlek, vuiligheid, roetvlokje, smut, obsceniteiten

μουτζουρώνω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пятно, клякса, окуривать, головня, сажа, головней, головне, головни

μουτζουρώνω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flekk, klatt, sote, smuss, smut, smuss som, av smuss

μουτζουρώνω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fläck, smut, smuts, snusk, beläggningsinhiberande

μουτζουρώνω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tahria, liata, tahrata, sotkea, tahra, tuhria, töhriä, noki, törky, smut, lentonoki

μουτζουρώνω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
klat, smut, smuds, sjofelheder, af smuds

μουτζουρώνω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
špína, pošpinit, skvrna, zašpinit, špinit, zamazat, mazat, šmouha, saze, sprosté slovo, oplzlost, oplzlosti, oplzlostní

μουτζουρώνω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
plamić, babrać, smuga, plama, rozmazać, brudzić, kleks, głownia, sprośności, świństwa, smut

μουτζουρώνω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
maszat, korom, a korom, trágárság, gabonaüszög

μουτζουρώνω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
leke, is, rastık, kurum, karalamak, pislik

μουτζουρώνω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
головешка, сажка, головня, сажку

μουτζουρώνω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vrug, blozë, pisllëk

μουτζουρώνω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
цинизми, главня, плесен, сажди, сажда

μουτζουρώνω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
галавешка, Галаўня, Асмалак

μουτζουρώνω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
plekk, tahmama, suitsuti, rõvedus, labasus, nõgi, Rivoudet, ropendus

μουτζουρώνω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pornografija, garava mrlja, očaditi, očađiti, nepristojne riječi

μουτζουρώνω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
SMUT

μουτζουρώνω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dėmė, kūlės, nepadorumas, nešvankybė, paišai, nepadorybė

μουτζουρώνω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
traips, kvēpi, saslimt ar rūsu

μουτζουρώνω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
цинизми, сажда

μουτζουρώνω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pată, negru de fum, tăciune, funingine, murdări, porcării

μουτζουρώνω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
snet

μουτζουρώνω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
škvrna, sadze, sadza, sadzí, sadzami
Τυχαίες λέξεις