Aandeel στα ελληνικά

Μετάφραση: aandeel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοιράζω, κλήρος, μοιράζομαι, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο
Aandeel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aandacht στα ελληνικά - φροντίδα, προσοχή, την προσοχή, προσοχής, σημασία, υπόψη
  • aandachtig στα ελληνικά - περιποιητικά, γνωστικός, προσεκτικά, προσεκτικός, προσεχτικά, προσοχή, με προσοχή, ...
  • aandeelhouder στα ελληνικά - μέτοχος, μετόχου, μέτοχο, μετόχων, των μετόχων
  • aandenken στα ελληνικά - αναμνηστικό, ενθύμιο, μνήμη, ανάμνηση, δείγμα, κουπόνι, Memento, ...
Τυχαίες λέξεις
Aandeel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοιράζω, κλήρος, μοιράζομαι, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο