Acceptabel στα ελληνικά
Μετάφραση: acceptabel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδεκτός, δεκτός, αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, αποδεκτές, αποδεκτού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accent στα ελληνικά - τόνος, προφορά, έμφαση, έμφασης, τόνο, ανάδειξης
- accentueren στα ελληνικά - τονίζω, άγχος, στρες, τόνος, επιτείνει, τονίσουν, οξύνει, ...
- acceptant στα ελληνικά - αποδέκτης, δέκτη, αποδέκτη, δέκτης, δέκτου
- accepteren στα ελληνικά - λαμβάνω, παραλαμβάνω, έχω, έχε, παίρνω, να αποδεχθεί, να δεχθεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Acceptabel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδεκτός, δεκτός, αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, αποδεκτές, αποδεκτού
Μεταφράσεις: αποδεκτός, δεκτός, αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, αποδεκτές, αποδεκτού