Λέξη: αγαπημένος
Σχετικές λέξεις: αγαπημένος
αγαπημένος δάσκαλος, αγαπημένος συγγραφέας, αγαπημένος καλλιτέχνης, αγαπημένος μετάφραση, αγαπημένος στα αγγλικά, αγαπημένος ήρωας, αγαπημένος ονειροκρίτης, αγαπημένος στίχος, αγαπημένοσ συνώνυμα, αγαπημένος meaning
Μεταφράσεις: αγαπημένος
αγαπημένος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
beloved, favourite, sweetheart, favorite, loved, a favorite
αγαπημένος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
caro, querido, favorito, novio, novia, cariño, Sweetheart
αγαπημένος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geliebt, geliebten, lieber, teuer, favorit, liebling, geliebte, Schatz, Geliebte, Liebste, Liebling, Liebsten
αγαπημένος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chère, favori, chéri, aimé, préféré, précieux, bien-aimé, coûteux, cher, crack, amoureux, chérie, sweetheart, dulcinée
αγαπημένος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
diletto, caro, innamorato, Sweetheart, tesoro, dell'innamorato, fidanzata
αγαπημένος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
caro, querido, favorável, namorada, namorado, amor, querida
αγαπημένος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
geacht, bemind, dierbaar, lief, duur, uitverkoren, prijzig, waardevol, kostbaar, geliefde, liefje, lieveling, schat
αγαπημένος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
фаворитка, ненаглядный, любимый, баловень, возлюбленный, возлюбленная, излюбленный, любимая, фаворит, временщик, любимец, желанный, баловник, дорогая, Милая, возлюбленной
αγαπημένος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dyrebar, dyr, kjære, kjær, kjæreste, kjæresten, skatt, elskling
αγαπημένος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dyr, kär, kostsam, favorit, älskling, sweetheart, käresta, sötnos, älsklingen
αγαπημένος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
armas, suosituin, rakas, mieluisin, kultaseni, kulta, sweetheart, rakastettunsa
αγαπημένος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kær, kære, kæreste, Sweetheart, skat, kæresten
αγαπημένος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
favorit, milý, drahý, miláček, oblíbený, oblíbenec, milovaný, zlatíčko, miláčku, drahoušku, zlato
αγαπημένος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pupilek, drogi, ulubieniec, luby, beniaminek, kochany, pupil, ulubiony, faworyt, kochanie, słoneczko, ukochana, sympatia, miłość
αγαπημένος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szeretett, kedvelt, édesem, kedvesét, kedvese, drágám, édes
αγαπημένος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sevgili, sevgilim, canım, tatlım, hayatım, sevgilisi
αγαπημένος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
коханий, фаворит, улюблений, дорога, люба, дорогая, дорогі, дорогий
αγαπημένος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dashur, i dashur, dashura, dashur e, E dashura
αγαπημένος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
любим, скъпа, любима, любимата, миличка, сладурче
αγαπημένος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дарагая, дорогая
αγαπημένος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
armastatud, armsam, lemmik, favoriit, armastatu, kullake, sweetheart, kallike, kallimaga, kallim
αγαπημένος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
obljubljen, najmiliji, drag, voljen, omiljen, ljubimac, ljubljen, omiljeno, favorit, draga, dragi, dušo, sweetheart, ljubimica
αγαπημένος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
elskan, Ástin, elskunni, að elskan
αγαπημένος στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
carus
αγαπημένος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mielas, širdelė, mielasis, sweetheart, brangioji, mylimoji
αγαπημένος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mīlulis, mīļš, mīļumiņš, dārgs, dārgais, dārgumiņš, mīļotā, sweetheart, mīļotais, mīļoto, mīļotā ir
αγαπημένος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
душо, душичке, сакана, љубена
αγαπημένος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
drag, dragă, scumpo, iubita, iubito, draga mea
αγαπημένος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ljubica, srček, ljubček, dragi, draga
αγαπημένος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
drahá, milovaný, miláčik, miláček
Τυχαίες λέξεις