Ader στα ελληνικά

Μετάφραση: ader, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φλέβα, φλέβας, πνεύμα, φλεβική, φλεβικής
Ader στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adept στα ελληνικά - υποστηρικτής, οπαδός, επιτήδειος, επιδέξιος, μαθητής, έμπειρος, έμπειροι, ...
  • adequaat στα ελληνικά - επαρκής, επαρκή, επαρκείς, κατάλληλη, επαρκούς
  • aderlaten στα ελληνικά - ματώνω, αιμορραγώ, αιμορραγούν, αιμορραγεί, ματώνουν, αιμορραγήσουν
  • aderlating στα ελληνικά - αιμορραγία, αιμορραγίας, αφαίμαξη, η αιμορραγία, αιμορραγίες
Τυχαίες λέξεις
Ader στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φλέβα, φλέβας, πνεύμα, φλεβική, φλεβικής