Anticiperen στα ελληνικά
Μετάφραση: anticiperen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, πρόβλεψη, προβλέπουν, προβλέψουν, την πρόβλεψη, προβλέψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antagonisme στα ελληνικά - εχθρότητα, ανταγωνισμός, ανταγωνισμό, ανταγωνισμού, ο ανταγωνισμός, τον ανταγωνισμό
- antenne στα ελληνικά - κεραία, κεραίας, της κεραίας, κεραιών, την κεραία
- antiek στα ελληνικά - αντίκα, αντίκες, αντικέ, παλαιά, παλαιών
- antilope στα ελληνικά - αντιλόπη, αντιλόπης, αντιλόπες, αντιλοπών, αντιλόπης του
Τυχαίες λέξεις
Anticiperen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, πρόβλεψη, προβλέπουν, προβλέψουν, την πρόβλεψη, προβλέψει
Μεταφράσεις: προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, πρόβλεψη, προβλέπουν, προβλέψουν, την πρόβλεψη, προβλέψει