Arrest στα ελληνικά
Μετάφραση: arrest, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλέβω, σύλληψη, φόβος, κολάρο, αμπάρι, αρπάζω, φύλαξη, λουρί, συλλαμβάνω, κράτηση, βουτώ, πιάνω, κηδεμονία, κρατώ, ταραχή, τσιμπώ, συλλάβει, συλλάβουν, σύλληψης, τη σύλληψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aroma στα ελληνικά - μυρίζω, καρυκεύω, άρωμα, γεύση, οσμή, ευωδία, μυρωδιά, ...
- aromatisch στα ελληνικά - αρωματικός, ευώδης, αρωματικό, αρωματικών, αρωματικά, αρωματική
- arrestatie στα ελληνικά - φόβος, φύλαξη, λουρί, πιάνω, σύλληψη, κρατώ, κολάρο, ...
- arresteren στα ελληνικά - συλλαμβάνω, σύλληψη, συλλάβει, συλλάβουν, σύλληψης, τη σύλληψη
Τυχαίες λέξεις
Arrest στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλέβω, σύλληψη, φόβος, κολάρο, αμπάρι, αρπάζω, φύλαξη, λουρί, συλλαμβάνω, κράτηση, βουτώ, πιάνω, κηδεμονία, κρατώ, ταραχή, τσιμπώ, συλλάβει, συλλάβουν, σύλληψης, τη σύλληψη
Μεταφράσεις: κλέβω, σύλληψη, φόβος, κολάρο, αμπάρι, αρπάζω, φύλαξη, λουρί, συλλαμβάνω, κράτηση, βουτώ, πιάνω, κηδεμονία, κρατώ, ταραχή, τσιμπώ, συλλάβει, συλλάβουν, σύλληψης, τη σύλληψη