Benaderen στα ελληνικά
Μετάφραση: benaderen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίπου, να προσεγγίσει, να προσεγγίσουν, να προσεγγίσουμε, προσέγγισης, να πλησιάσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ben στα ελληνικά - κοφίνι, πανέρι, καλάθι, am, είμαι, Με, βρίσκομαι, ...
- benadelen στα ελληνικά - βλάπτω, βλάβη, μειονέκτημα, μειονεκτική θέση, μειονεκτική, βάρος, μειονεκτήματα
- benadrukken στα ελληνικά - τόνος, τονίζω, τονίσει, τονίζουν, υπογραμμίζουν, τονίσω, δίνουν έμφαση
- benaming στα ελληνικά - ονομάζω, επωνυμία, τίτλος, όνομα, ονομασία, ονομασίας, χαρακτηρισμό, ...
Τυχαίες λέξεις
Benaderen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίπου, να προσεγγίσει, να προσεγγίσουν, να προσεγγίσουμε, προσέγγισης, να πλησιάσει
Μεταφράσεις: περίπου, να προσεγγίσει, να προσεγγίσουν, να προσεγγίσουμε, προσέγγισης, να πλησιάσει