Binnenlaten στα ελληνικά
Μετάφραση: binnenlaten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναγνωρίζω, αποδέχομαι, δέχομαι, παραδέχομαι, εισάγω, ας, αφήστε, αφήσει, επιτρέψτε, αφήσουμε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- binnenkrijgen στα ελληνικά - τυλίγω, καταποντίζω, καταπίνω, καταπιεί, καταποντίσει, καταβροχθίσει, καταβροχθίζουν
- binnenlands στα ελληνικά - κατοικίδιος, εσωτερικό, οικιακός, γηγενής, ντόπιος, εσωτερικώς, εσωτερικός, ...
- binnenleiden στα ελληνικά - πληροφορώ, εισάγω, γνωρίζω, συστήνω, παρών, δώρο, παρουσιάζω, ...
- binnenlopen στα ελληνικά - μπαίνω, εισέρχομαι, εισάγετε, πληκτρολογήστε, αρχίζει, εισαγάγετε, εισάγετε την
Τυχαίες λέξεις
Binnenlaten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναγνωρίζω, αποδέχομαι, δέχομαι, παραδέχομαι, εισάγω, ας, αφήστε, αφήσει, επιτρέψτε, αφήσουμε
Μεταφράσεις: αναγνωρίζω, αποδέχομαι, δέχομαι, παραδέχομαι, εισάγω, ας, αφήστε, αφήσει, επιτρέψτε, αφήσουμε