Desinfecteren στα ελληνικά

Μετάφραση: desinfecteren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολυμαίνω, απολυμαίνουν, απολυμάνετε, την απολύμανση, απολυμαίνει, να απολυμαίνονται
Desinfecteren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • deserteren στα ελληνικά - έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
  • desillusie στα ελληνικά - απογοήτευση, αυταπάτη, ψυχρολουσία, απογοήτευσης, απομυθοποίηση, απογοήτευσης των
  • deskundig στα ελληνικά - ικανός, ειδικός, εμπειρογνώμονας, καλός, προχωρημένος, επιδέξιος, αγαθός, ...
  • deskundige στα ελληνικά - ικανός, εμπειρογνώμονας, επιτήδειος, επιδέξιος, ειδικός, αγαθός, καλός, ...
Τυχαίες λέξεις
Desinfecteren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολυμαίνω, απολυμαίνουν, απολυμάνετε, την απολύμανση, απολυμαίνει, να απολυμαίνονται