Λέξη: λιβάδι

Σχετικές λέξεις: λιβάδι

λιβάδι αράχωβας, λιβάδι του πασιά, λιβάδι σχοινούσα, λιβάδι παρνασσού, λεβίδι αρκαδίας, λιβάδι χαλκιδικής, λιβάδι κυθήρων, λιβάδι ολύμπου, λιβάδι λαρίσης, λιβάδι θεσσαλονίκης

Συνώνυμα: λιβάδι

λειβάδι, λειμών

Μεταφράσεις: λιβάδι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
meadow, prairie, the meadow, LEA, pasture
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
prado, pradera, meadow, prado de, pradera de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
au, Wiese, meadow, Wiesen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
prairie, miauler, pré, meadow, des prés
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
prateria, prato, prato naturale, meadow, prato di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prado, prados, mim, meadow, do prado
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beemd, weide, wei, weiland, grasland, meadow
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
луг, щелочь, лужайка, луга, луговина, выгон, лугу, на лугу, луговые, луговой
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
eng, meadow, enga, engen
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
äng, ängen, ängs, meadow
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
luhta, aho, keto, vainio, heinikko, niitty, meadow
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
eng, meadow, engen
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
louka, meadowy, luční, louky, louce
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
łąka, polana, meadow, łąki, łąkowych, łące
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kaszáló, rét, kertre, réti, meadow
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çayır, meadow, çayır için, çayır çimen, çayır çiftlik
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лук, лука, мед, лабазник, луг, луки, луку
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lëndinë, livadh, kullotë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ливада, поляна, ливадни, ливаден, ливадите
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
луг, сенажаць, поплаў
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
niit, luht, heinamaa, aas, niidu, lagendik
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
livada, livadskim, utrina, poljana
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
engi, Meadow, túninu, engireit, túnin á Núpsstað
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
pratum
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pieva, pievų, laukų, meadow, lanka
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pļava, pļavu, pļavas, pļavā
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ливада
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pajişte, luncă, lunca, de luncă, meadow, fânețe
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
loka, travnik, travniške, travniški, travniških, travniško
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
lúka, Louka, lúky

Στατιστικά δημοτικότητας: λιβάδι

Τυχαίες λέξεις