Dooi στα ελληνικά

Μετάφραση: dooi, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιώνω, ξεπαγώνω, τήξη, απόψυξης, απόψυξη, επανατήξης, αποψύξεως
Dooi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • doodsstrijd στα ελληνικά - αγωνία, βασανίζω, βασανισμός, αγωνίας, μαρτύριο
  • doof στα ελληνικά - κουφός, κωφός, κωφών, κωφούς, κωφά
  • dooien στα ελληνικά - ξεπαγώνω, λιώνω, τήξη, απόψυξης, απόψυξη, επανατήξης, αποψύξεως
  • doolhof στα ελληνικά - λαβύρινθος, λαβύρινθο, λαβυρίνθου, λαβύρινθου, το λαβύρινθο
Τυχαίες λέξεις
Dooi στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιώνω, ξεπαγώνω, τήξη, απόψυξης, απόψυξη, επανατήξης, αποψύξεως