Duren στα ελληνικά

Μετάφραση: duren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προχωρώ, εξακολουθώ, προβαίνω, υπομένω, συνεχίζομαι, συνεχίζω, κρατώ, αντέχω, κατακρατώ, τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο
Duren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • duplex στα ελληνικά - διπλασιάζω, διπλός, σωσίας, διπλής όψης, εκτύπωσης διπλής όψης, διπλό
  • duplicaat στα ελληνικά - διπλός, διπλασιάζω, σωσίας, διπλότυπο, αντίγραφο, εις διπλούν, διπλούν, ...
  • durf στα ελληνικά - νεύρο, θράσος, γενναιότητα, τόλμη, τόλμημα, θρασύτητα, αντιμετωπίζω, ...
  • dus στα ελληνικά - μετά, έπειτα, επομένως, τόσο, τότε, άραγε, συνεπώς, ...
Τυχαίες λέξεις
Duren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προχωρώ, εξακολουθώ, προβαίνω, υπομένω, συνεχίζομαι, συνεχίζω, κρατώ, αντέχω, κατακρατώ, τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο