Duwen στα ελληνικά
Μετάφραση: duwen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωμένος, ώθηση, μπήγω, να, για να, σε, για, με
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- duurzaam στα ελληνικά - συνεχής, μόνιμος, διαρκείας, αδιάπτωτος, ανθεκτικός, διαρκής, ανθεκτικό, ...
- duw στα ελληνικά - ζώνη, σπάζω, ιμάντας, βρόντος, θρυμματίζω, σπρώξιμο, συντρίβω, ...
- dwaas στα ελληνικά - γελοίος, ζουμί, εξαντλώ, παράλογος, περίγελος, κουτός, χυμός, ...
- dwalen στα ελληνικά - αδέσποτος, περιπλανιέμαι, περιφέρομαι, τριγυρίζω, περιπλανηθείτε, περιπλανηθεί, να περιπλανηθεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Duwen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωμένος, ώθηση, μπήγω, να, για να, σε, για, με
Μεταφράσεις: χωμένος, ώθηση, μπήγω, να, για να, σε, για, με