Λέξη: κούρσα

Σχετικές λέξεις: κούρσα

κούρσα της ντροπής, κούρσα θανάτου, κούρσα με ευρώ, κούρσα των 100 μέτρων, κούρσα του αιώνα, κούρσα θανάτου μαρινέλλα- γιάννης πάριος, κούρσα για εναν, κούρσα σαμιλίδη, κούρσα ποδήλατο, κούρσα θανάτου 2

Μεταφράσεις: κούρσα

κούρσα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
car, race, the race, race is

κούρσα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
automóvil, auto, coche, carro, raza, carrera, la raza, carrera de, la carrera

κούρσα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
waggon, auto, wagen, fahrkorb, pkw, automobil, kraftwagen, Rennen, Rasse, Rennens, Lauf

κούρσα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
auto, automobile, char, chariot, voiture, course, race, la race, la course, épreuve

κούρσα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vettura, carro, automobile, gara, corsa, razza, gara di, regata

κούρσα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
carro, automóveis, auto, automóvel, vagão, corrida, raça, de corrida, corrida de, corridas

κούρσα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
auto, kar, automobiel, wagen, race, ras, wedstrijd, geslacht

κούρσα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тачка, колос, автопарк, повозка, машина, автомобиль, вагонетка, тележка, деспот, автомашина, вагон, гонка, гонки, раса, расы, род

κούρσα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bil, løp, rase, race, løpet, racet

κούρσα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vagn, bil, lopp, ras, race, loppet, tävlingen

κούρσα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vaunu, auto, junanvaunu, rotu, rodun, kilpailu, rotuun, kilpailun

κούρσα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
automobil, bil, løb, løbet, kapløb, kapløbet

κούρσα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vůz, automobil, závod, rasa, rasy, plemeno, race

κούρσα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wóz, drezyna, samochód, wyścig, rasa, prąd, bieg, rasy

κούρσα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
autó, kocsi, futam, verseny, faj, Versenyenkénti, faji

κούρσα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
otomobil, araba, yarış, ırk, yarışı, ırkı, race

κούρσα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вагонетка, кар, автомобіль, візків, візок, самодержець, вагон, гонка, перегони, змагання

κούρσα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
makinë, automobili, veturë, garë, raca, gara, racës, garën

κούρσα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
машина, автомобил, раса, състезание, съст, състезанието, надпревара

κούρσα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
машына, гонка

κούρσα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
gondel, vagun, rass, rassi, sõit, rassist, võistluse

κούρσα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kola, automobil, auto, utrka, rasa, utrke, rase, utrku

κούρσα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bíll, bifreið, kapp, keppninni

κούρσα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
automobilis, rasė, lenktynes, rasės, lenktynių, Race

κούρσα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
automašīna, skrējiens, rase, rases, sacīkšu, sacensības

κούρσα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
автомобил, трка, раса, расата, трката

κούρσα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
automobil, cursă, rasă, cursa, de rasă, rasa

κούρσα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
avto, race, dirka, rase, rasa, raso

κούρσα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
auto, automobil, závod, preteky, Pretek, podnik
Τυχαίες λέξεις