Haak στα ελληνικά
Μετάφραση: haak, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγκιστρώνω, άγκιστρο, γάντζος, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
Μεταφράσεις
- haai στα ελληνικά - καρχαρίας, καρχαρία, καρχαριών, του καρχαρία, των καρχαριών
- haaibaai στα ελληνικά - στρίγγλα, μέγαιρα, Στρίγγλας, Shrew, στρίγκλας
- haakje στα ελληνικά - σφίγγω, άγκιστρο, αγκιστρώνω, αγκύλη, βασικός, συνδετήρας, γάντζος, ...
- haal στα ελληνικά - ράβδωση, έλξη, τραβήξτε, τραβήξει, τραβάτε, τραβήξετε
Τυχαίες λέξεις
Haak στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγκιστρώνω, άγκιστρο, γάντζος, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
Μεταφράσεις: αγκιστρώνω, άγκιστρο, γάντζος, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου