Heffen στα ελληνικά

Μετάφραση: heffen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρέφω, ασανσέρ, υψώνω, μοχλός, παράγω, σηκώνω, ανατρέφω, ανυψώνω, αναστηλώνω, μεγαλώνω, αυξάνομαι, προσκομίζω, αγρόκτημα, ανελκυστήρας, ανύψωση, ανελκυστήρα, ανύψωσης
Heffen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • heet στα ελληνικά - καυτός, καυτό, ζεστό, ζεστού, θερμό
  • hefboom στα ελληνικά - μοχλός, μοχλό, μοχλού, μοχλ, του μοχλού
  • heffing στα ελληνικά - εισφορά, εισφοράς, εισφοράς που, εισφορα, εισφορά που
  • heft στα ελληνικά - χερούλι, λαβή ξίφους, λαβή, λαιμό, hilt, λαβής
Τυχαίες λέξεις
Heffen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρέφω, ασανσέρ, υψώνω, μοχλός, παράγω, σηκώνω, ανατρέφω, ανυψώνω, αναστηλώνω, μεγαλώνω, αυξάνομαι, προσκομίζω, αγρόκτημα, ανελκυστήρας, ανύψωση, ανελκυστήρα, ανύψωσης