Λέξη: κακό

Σχετικές λέξεις: κακό

κακό συναπάντημα - απαγορεύεσαι, κακό συναπάντημα - pressureality, κακό βεζύρη, κακό μάτι, κακό παιδί, κακό σκυλί στίχοι, κακό συνώνυμα, κακό χωριό τα λίγα σπίτια, κακό συναπάντημα, κακό σκυλί

Συνώνυμα: κακό

ασθενής, αδίκημα, λανθασμένος, άδικο, σκανδαλιά, αταξία, βλάβη, ζημιά, έγκλημα

Μεταφράσεις: κακό

κακό στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cocoa, evil, wrong, bad, hurt, harm

κακό στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cacao, mal, malo, el mal, maldad, malvado

κακό στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kakao, Übel, böse, Bösen, das Böse, schlecht

κακό στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cacao, chocolat, mal, le mal, mauvais, du mal, mauvaise

κακό στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cacao, male, malvagio, malvagità, il male, del male

κακό στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cacau, mal, mau, o mal, do mal, evil

κακό στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
cacao, kwaad, kwade, boze, het kwaad, slechte

κακό στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
какао, зло, зла, злом, злой

κακό στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kakao, onde, ond, ondt, det onde, ondskap

κακό στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kakao, ondska, onda, ont, ond, det onda

κακό στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
paha, pahaa, pahan, pahat, pahasta

κακό στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kakao, onde, ondt, det onde, ond, ondskab

κακό στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kakao, zlo, zlý, zlé, zla, zlého

κακό στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kokos, kakao, zło, zły, źle, zła, złe

κακό στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gonosz, rossz, a gonosz, gonoszt, rosszat

κακό στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kötü, kötülük, şeytani, evil, kötü bir

κακό στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
какао, зло

κακό στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kakao, e keqe, i keq, keqe, keqen, të keqen

κακό στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
какао, зло, зъл, злото, зли

κακό στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зло, ліха, злосна, ліхое, благое

κακό στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kakao, paha, kuri, kurja, kurjuse, kurjad

κακό στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kakao, zlo, zla, zli, zao, zlu

κακό στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
illt, vondur, illt var, vonda, sem illt

κακό στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kakava, blogis, blogio, pikta, bloga, blogį

κακό στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kakao, ļaunums, ļauns, ļauno, ļaunu, ļaunuma

κακό στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
зло, злото, зли, лоши

κακό στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cacao, rău, răul, răului, rele, rea

κακό στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zlo, zla, zlobni, zloben

κακό στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kakao, kakaovník, zlo, zlé, zla

Στατιστικά δημοτικότητας: κακό

Τυχαίες λέξεις