Klamp στα ελληνικά

Μετάφραση: klamp, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύριος, συνδετήρας, συσφίγγω, αγκύλη, σφίγγω, βασικός, υποστήριγμα, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος
Klamp στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • klakken στα ελληνικά - κλικ, κροταλίζω, κουδουνίζω, τραντάζω, κουδουνίστρα, κουδουνίστρας, κουδούνισμα, ...
  • klam στα ελληνικά - νωπός, υγρός, γλοιώδης, κολλώδες, ιδρωμένο, γλοιώδες
  • klankrijk στα ελληνικά - βαρύς, ηχηρός, ηχηρή, ηχηρά, ηχηρές, ηχητική
  • klankvol στα ελληνικά - βαρύς, ηχηρός, ηχηρή, ηχηρά, ηχηρές, ηχητική
Τυχαίες λέξεις
Klamp στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύριος, συνδετήρας, συσφίγγω, αγκύλη, σφίγγω, βασικός, υποστήριγμα, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος